Προκειμένου να παραλάβουν τα χρήματα θα έπρεπε να συμπληρώσουν τα προσωπικά τους στοιχεία σε συγκεκριμένη ηλεκτρονική διεύθυνση, η οποία παρουσιαζόταν ψευδώς ότι ανήκει σε υπάλληλο της παραπάνω Τράπεζας.
Στη συνέχεια, και εφόσον τα θύματα απαντούσαν, πείθονταν μετά από τηλεφωνική επικοινωνία να αποστείλουν συγκεκριμένα χρηματικά ποσά, μέσω εταιρείας ταχυμεταφοράς χρημάτων, για τα υποτιθέμενα διαχειριστικά έξοδα, ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία εκταμίευσης των χρημάτων.
Τα στοιχεία της καταγγελίας τέθηκαν υπόψη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία παρήγγειλε τη διενέργεια Προκαταρκτικής Εξέτασης. Στο πλαίσιο αυτό εξακριβώθηκε το επίμαχο όνομα χώρου (domain name), η ονομασία του οποίου προσομοίαζε με αυτή του παραπάνω τραπεζικού ιδρύματος.
Ακολούθησε αστυνομική και ψηφιακή έρευνα, καθώς και επικοινωνία με τους αρμόδιους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου και τηλεπικοινωνιών και τις αρμόδιες αλλοδαπές αρχές, από την οποία προέκυψε η εμπλοκή στην υπόθεση των δύο αλλοδαπών, ενώ εξετάζεται η συμμετοχή ενός ακόμη.
Το παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισαν οι δράστες με τη συγκεκριμένη μεθοδολογία δράσης ανέρχεται στις 15.000 ευρώ.
Σημειώνεται ότι ο συγκεκριμένος τρόπος δράσης αποτελεί παγκόσμιο είδος διάπραξης απατών, οι οποίες είναι γνωστές ως «Νιγηριανές απάτες», μέσω διαδικτύου.